Η εμφάνιση της Εσωτερικής Μακεδονικής Επαναστατικής Οργάνωσης (ΒΜΡΟ) είχε ως σκοπό να οργανώσει και καθοδηγήσει τον αγώνα του μακεδονικού λαού για εθνική και κοινωνική απελευθέρωση.
Στα χωριά Σέτινα και Ποπάντια (χωριά Σκοπός και Παπαδιά Φλώρινας), όπως και στα υπόλοιπα μέρη της Μακεδονίας, συστάθηκε Επιτροπή-Κομιτετο του χωριού. Στην επιτροπή αυτή μεταξύ των πρώτων που έγιναν μέλη, ήταν ο Ίλο Ντίμοβ-Ποπαντίνσκι, Κώστα Μποζάροβ, Στέφο Τρπτσεβτσκι, Στέφο Μπέικοβ, Ίλιο Μούτσοβ, Γκέλε Γκούντοβ, Τάνε Κανζούροβ, Φώτη Αρομάνοβ και Κρστε Τορμπάκοβ (Μπέντιν). Η Επιτροπή είχε δική της τσέτα (πολεμική ομάδα) από περίπου 80 κόμιτι (πολεμιστές).
Ο βασικός στόχος του Κομιτέτου και της οπλισμένης ομάδας ήταν να προστατεύει το χωριό από τις διάφορες συμμορίες που κυκλοφορούσαν την περίοδο εκείνη. Μεγάλες υπηρεσίες στον σκοπό αυτό προσέφερε ο Βοεβόντα (οπλαρχηγός) Γκιόργκι Βάνοβ, πιο γνωστός ως Μάρκο Λέρινσκι. Λόγω των κορυφαίων οργανωτικών του ικανοτήτων και της πολεμικής εμπειρίας, η τσέτα του (ομάδα του) έγινε η «κολώνα» του επαναστατικού κινήματος στο Λέρινσκο (περιοχή Φλώρινας). Κατά τη διάρκεια της περιοδείας του Γκότσε Ντέλτσεβ στην περιοχή της Φλώρινας τον συνόδευε η τσέτα του Μάρκο Λέρινσκι, του Κρστε Τορμπάκοβ και Άμπεντι από την Σέτινα, του Ντάνε Κλιούσοβ, Κίτσε Αλιπέσοβ και Ντάνε Αμπντουρανάν από το χωριό Πάτελε, του ντέντο Αντρέα Τέμελκο από το Μπίτολσκο (περιοχή Μπίτολας) του Σλάβκο Άρσοβ και του Χρίστο Σιλιάνοβ.
Μετά από διαταγή του Κομιτέτου Λέριν του ΒΜΡΟ, η τσέτα του Μάρκο Λέρινσκι καταδίκασε και δύο οργανωτικούς υπαλλήλους οι οποίοι παραβίασαν τους κανονισμούς της οργάνωσης. Εκτελέστηκε ο Τσρβένκοβ, δάσκαλος από το χωριό Μπορέσνιτσα (Παλαίστρα) και ο Πέταρ Μπαρντάκοβ, μυλωνάς από το χωριό Νεόκαζι (Νεοχωράκι). Η εκτέλεση έγινε το δεύτερο μισό του Φεβρουάρη του 1902, πάνω από το χωριό Ποπάντια, στους πρόποδες του όρους Νίτζε (Καϊμάκτσαλαν).
Όλη αυτή η δράση δεν έμεινε χωρίς αντίδραση από τις αρχές. Δέκα μέρες μετά την εξαφάνιση του μυλωνά, οι αρχές ανακάτωσαν πολλά σπίτια της Σέτινα χωρίς όμως να βρουν ούτε ένα όπλο. Έπειτα κάλεσαν και τον δάσκαλο της περιοχής. Δέκα από τους υποστηρικτές του ΒΜΡΟ, λόγω προφύλαξης αποφάσισαν να γίνουν Κόμιτι και έτσι το Μάρτιο του 1902, η τσέτα του Μάρκο Λέρινσκι διπλασιάστηκε και δημιουργήθηκαν δύο τσέτες: μία με αρχηγό το Μάρκο Λέρινσκι και μία με αρχηγό το ντέντο Αντρέα.
Οι ενέργειες των Κομίτιτε εκνεύρισαν τις τουρκικές αρχές, οι οποίες οργάνωσαν δίωξη των τσετών του ΒΜΡΟ. Στις 2 Ιουνίου 1902 κοντά στο χωριό Ποπάντια έγινε αιματηρή μάχη. Σ’ αυτήν την τρίωρη μάχη, η τσέτα του Σίλιανοβ, ενισχυμένη και με χωρικούς, αναγκάστηκε να υποχωρήσει μπροστά στον πολυάριθμο τούρκικο στρατό. Στη μάχη αυτή χάθηκαν οι κόμιτι Κρστε από Μπαρέσανι (Μπίτολα), το χωριατόπαιδο Ρίστε, ο Κώστα από το Νεόκαζι (Νεοχωράκι) και δύο κόμιτι αγνώστων στοιχείων. Ο Τράιαν από το Κάλενικ (Καλινίκη) με μερικούς άλλους κόμιτι πιάστηκε αιχμάλωτος από τους Τούρκους.
Μετά τη μάχη στην Ποπάντια, οι οθωμανικές αρχές αποφάσισαν να δράσουν για να αφοπλίσουν το ΒΜΡΟ, και διέταξαν τους παπάδες και τους κοινοτάρχες να αναγκάσουν τους χωρικούς, μέσα σε διάστημα δύο εβδομάδων, να παραδώσουν εθελοντικά τον οπλισμό τους, αλλά αυτή η κίνηση δεν στέφτηκε με κάποια μεγάλη επιτυχία.
Στις αρχές του φθινοπώρου του 1902, την περίοδο του τρύγου, στο χωριό Κρουσόραντι (Αχλάδα), κατέφθασε η τσέτα του Λέριν, υπό την ηγεσία του Ντίμε Κλιούσοβ και τους κομίτιτε: Ίλιο Ντίμοβ-Ποπαντίνσκι, Κρστε Τορμπάκοβ, Τάσο Τσόκρεβ, Γκίτσε Άιτοβ, Γκιόργκι Ρούσεβ, Κόλε Πόποβ, Κόλε Τρένοβ, Ρίστο Τσάλοβ, Κόλε Μπετσάκοβ, Λίτσο Τσέροβσκι, Κρστε Λόντεβ, Ίλιο Γκ’σκοβ, Τάνε Κλάτζοβ, Βάνε Πόποβ και Νάιντο. Η τσέτα που αποτελούνταν από 15 κόμιτι από Σέτινα, Νεόκαζι και Ντομπρόβενι, εγκαταστάθηκε σε τρία σπίτια στη γειτονιά Γιούροκ. Η τσέτα όμως αποκαλύφθηκε από τον τουρκικό στρατό, ο οποίος και της επιτέθηκε. Στη μάχη έμειναν μόνο ο βοεβόντα Ντίμε με τρεις κόμιτι και αγωνίστηκαν γενναία. Όταν όμως τους τελείωσαν οι σφαίρες, κατέφυγαν στον κρυψώνα του Φίλιπ Γκογκότσεβ. Τότε ο Γιουσμπασία (Τούρκος αξιωματικός) διέταξε να εγκαταλείψουν οι κάτοικοι τα σπίτια τους και να πλημμυρίσουν τη γειτονιά Γιούροκ. Ο Ντίμε και τα τρία παλλικάρια του, Κρστε Τορμπάκοβ από Σέτινα (Σκοπός), Βάνε Πόποβ από Νεόκαζι (Νεοχωράκι) και Νάιντο από Ντομπρόβενι, άρχισαν να πνίγονται. Για να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων αποφάσισαν να αυτοκτονήσουν. Ο στρατός ανακάλυψε τον κρυψώνα και οι τούρκικες αρχές έχασαν τη μιλιά τους μπροστά στον ηρωισμό των κόμιτι.
Όταν στις 2 Αυγούστου 1903 ξεκίνησε η επανάσταση του Ίλιντεν, οι Σέτιντσι και οι Ποπάντιντσι συμμετείχαν μαζικά. Άμεσα συμμετείχαν 81 άτομα στις αιματηρές μάχες του μακεδόνικου λαού για εθνική και κοινωνική απελευθέρωση από τον αιώνιο κατακτητή.
Στις 10 Σεπτεμβρίου 1903, οι επαναστάτες οδηγούμενοι από τον Ίλιο Ντίμοβ-Ποπάντισκι και τους Λίτσο Τσέροβσκι, Κρστε Λόντεβ, Ίλιο Γκόσκοβ, Τάνε Κανζούροβ και άλλους, χτυπήθηκαν με τους Τούρκους στις τοποθεσίες Στάλκοβ Γκρομπ, Νούνκοβο Μέτσε, Καρίτσιτσα, Τσούκοροτ και Γκραντίστετο και έπειτα στα χωριά Ποπάντια και Φάρμακοβ και στις οποίες μάχες οι επαναστάτες είχαν πολλά θύματα. Στη μάχη που έλαβε μέρος στην τοποθεσία Στάλκοβ Γκρομπ και Νούνκοβο Μέτσε έπεσαν νεκροί οι Σέτιντσι επαναστάτες Γκίτσε Άιτοβ, Γκιόργι Ρούσεβ, Κόλε Πόποβ, Κόλε Τρένοβ, Ρίστο Τσάλοβ και Κόλε Μπετσάκοβ. Επίσης υπήρχαν και αρκετοί τραυματίες.
Στις 5 Οκτώβρη 1903, σκληρή μάχη έγινε στην Ποπάντια όπου σκοτώθηκαν 25 επαναστάτες και το χωριό Ποπάντια κάηκε ολόκληρο. Την επομένη, 6 Οκτώβρη, στις μάχες που έγιναν στις τοποθεσίες Τσούκοροτ και Γκραντίστετο, χάθηκαν πολλοί κόμιτι. Εκεί έπεσαν νεκροί οι κόμιτι Λίστο Τσέροβσκι, Ίλιο Γκόσκοβ, Λέτσο Τζόρλεβ και πολλοί άλλοι. Επίσης, τότε κάηκε συθέμελα και το χωριό Φαρμάκοβι Κόλιμπι.
Μετά την ήττα της μακεδονικής επανάστασης, η τσέτα της Σέτινα με το βοεβόντα Ίλιο Ντίμοβ-Ποπάντινσκι διαλύθηκε και οι κόμιτι επέστρεψαν στα σπίτια τους στα καμένα χωριά Σέτινα και Ποπάντια. Μια μικρή ομάδα κόμιτι με το βοεβόντα Ίλιο Ντίμοβ-Ποπάντινσκι εξακολούθησε να κρύβεται στα δάση, στα λημέρια της. Την ομάδα αποτελούσαν ο Ίλιο Ντίμοβ-Ποπάντινσκι, ο Τάνε Κανζούροβ, ο Γκεόργκι Πέλοβ, ο Ρίστο Πούπκοβ και ο Ρίστο Καϊτάνοβ. Η καταστολή της μακεδονικής επανάστασης είχε σκληρές συνέπειες για το μακεδόνικο λαό. Από τα 40 χωριά του Λέριν (Φλώρινα), 12 ολικώς ή μερικώς κάηκαν. Τα χωριά Σέτινα (Σκοπός), Ποπάντια (Παπαδιά), Άρμενσκο (Άλωνα), Νεόκαζι (Νεοχωράκι), Μπουφ (Ακρίτας), Μπίτουσε (Παρόρι), Λιουμπέτινο (Πεδινό) και πολλά άλλα έζησαν όλες τις φρίκες και το πλιάτσικο, τις πυρκαγιές, τους φόνους και τους βιασμούς (θα πρέπει να αναφερθεί, και αυτό ισχύει για όλες τις σελίδες αυτής της μονογραφίας, ότι οι ελληνικές εκδοχές των ονομάτων των χωριών που αναφέρονται δεν υπήρχαν. Επιβλήθηκαν από τις ελληνικές αρχές από το 1926 και μετά, ενώ και κάποιες, όπως του Μπουφ πολύ αργότερα, το 1951). Ιδιαίτερα υπέφερε το χωριό Σέτινα. Στη μάχη που έγινε στις 12 Αυγούστου 1903, σκοτώθηκαν 93 άτομα, σφαγιάσθηκαν 229 άνθρωποι και 227 γυναίκες και κοπέλες βιάστηκαν. Εξαιτίας των ενεργειών αυτών του τούρκικου στρατού, οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να καταφύγουν στα δάση ή να συστήσουν καταφύγιο στα διπλανά χωριά.
Μετά την αποτυχία της επανάστασης, το κεντρικό αρχηγείο των επαναστατικών ομάδων εξέδωσε διαταγή να σταματήσουν οι πυροβολισμοί και μεγάλο μέρος των επαναστατών να επιστρέψουν σπίτι τους, ενώ ο οπλισμός να φυλαχθεί κρυμμένος για κάποια άλλη ευκαιρία, θεωρώντας ότι έτσι ο τούρκικος στρατός θα πάψει τις φωτιές, τους φόνους, τους βιασμούς και τις ληστείες. Έτσι τα ηγετικά μέλη του Λέρινσκι Κομιτέτου αναχώρησαν προς διάφορες κατευθύνσεις, μεταδίδοντας τη διαταγή κατάπαυσης του πυρός για να αποφευχθούν τα αντίποινα. Κάποιοι αναχώρησαν για τη Βουλγαρία και κάποιοι για την Αμερική.
(Από το βιβλίο «Η ΣΕΤΙΝΑ ΚΑΙ Η ΠΟΠΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ», των ΤΑΣΚΟ ΓΙΟΒΑΝΟΒ – ΣΤΟΓΙΑΝ ΤΡΠΤΣΕΒΣΚΙ, σελ. 55-58)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου