Πολύ συχνά ακούμε και διαβάζουμε ότι στην Βόρειο Ελλάδα κατοικούν «2.500.000 Έλληνες Μακεδόνες» οι οποίοι είναι «δικαιούχοι» της «ιστορικής κληρονομιάς» της Μακεδονίας την οποία χρονολογούν «σχεδόν μια χιλιετηρίδα πριν την άφιξη των σλαβικών φυλών στην περιοχή» που ήρθαν «στην περιοχή τον 6ο αι» δηλ. πριν 1.500 χρόνια από σήμερα και «θέλουν να κλέψουν» αυτή την «ιστορική κληρονομιά».
Κατ’ αρχάς, είναι εντελώς γελοίο και παράλογο να γίνεται λόγος, σήμερα, για «Ελληνική κληρονομιά» που προϋπήρχε σχεδόν «μια χιλιετηρίδα πριν την άφιξη των Σλαβικών φυλών στην περιοχή» της οποίας «δικαιούχοι» είναι οι σημερινοί Έλληνες-Μακεδόνες. Σήμερα, κάθε λογικά σκεπτόμενος άνθρωπος γνωρίζει ότι ούτε οι εθνικά Έλληνες ούτε οι εθνικά Μακεδόνες είναι απευθείας απόγονοι των αρχαίων λαών. Δια μέσω των αιώνων, ολόκληρη η Βαλκανική Χερσόνησος δέχθηκε εισβολές από διάφορους λαούς συμπεριλαμβανομένων των Σλαβικών φυλών που κινήθηκαν νότια μέχρι την Πελοπόννησο. Οι αυτόχθονες πληθυσμοί αναμίχθηκαν με τους εισβολείς. Κατά συνέπεια εάν δεχθούμε τον όρο «Σλάβο - Μακεδόνες» τότε, ασφαλώς, πρέπει να δεχθούμε και τον όρο «Σλάβο – Έλληνες». Γι’ αυτό, σεβόμενοι το δικαίωμα του εθνικού αυτοπροσδιορισμού, δεχόμαστε τους όρους εθνικά Μακεδόνες και εθνικά Έλληνες.
Δεύτερον, το δικαίωμα των εθνικά Μακεδόνων να συνδεθούν πολιτιστικά με το παρελθόν συμπεριλαμβανομένης της αρχαιότητας δεν μπορεί να αποκλειστεί, ακριβώς όπως δεν μπορεί να αποκλειστεί το ίδιο δικαίωμα για τους εθνικά Έλληνες που ζουν στην Ελληνική Μακεδονία. Εάν αμφισβητηθεί το δικαίωμα αυτό από τους εθνικά Μακεδόνες, τότε, θα πρέπει πρώτα να αμφισβητηθεί δικαίωμα του πληθυσμού της Ελληνικής Μακεδονίας, που έλκει τη καταγωγή του από τη Μικρά Ασία, να αυτοαποκαλείται Έλληνες-Μακεδόνες και να κάνουν πολιτιστική σύνδεση με την αρχαία Μακεδονία.
* * *
Για να κατανοηθεί καλύτερα ο όρος «Έλληνες Μακεδόνες», είναι χρήσιμη μια σύντομη αναφορά στην εθνικότητα και την πολιτιστική σύνθεση του πληθυσμού της Βόρειας Ελλάδας. Το νότιο τμήμα της γεωγραφικής περιοχής της Μακεδονίας (σημερινή Ελληνική Μακεδονία ή Βόρεια Ελλάδα) επισήμως έγινε τμήμα του Ελληνικού κράτους το 1913. Εκείνη την εποχή, ο πληθυσμός της περιοχής ήταν έντονα μικτός, αποτελούμενος από πλήθος διαφορετικών εθνοτήτων και γλωσσικών ομάδων (Μακεδόνες, Έλληνες, Βούλγαροι, Βλάχοι, Τούρκοι, Αλβανοί, Εβραίοι, Τσιγγάνοι κλπ). Διαφορετικές πηγές, αμφισβητώντας η μια την άλλη, δίνουν διαφορετικά στοιχεία για το μέγεθος και πληθυσμό της κάθε ομάδας. Αυτό που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί είναι ότι ολόκληρη η περιοχή ήταν πολύ-εθνική και πολύ-γλωσσική. Για τους σκοπούς αυτού του κειμένου και χωρίς καμιά πρόθεση να θιγεί η ταυτότητα των προαναφερθέντων ομάδων, θα χρησιμοποιηθεί, περιληπτικά ο όρος «αυτόχθονες» για την περιγραφή της προαναφερόμενης κατηγορίας ανθρώπων που ζούσαν και ζουν στην Ελληνική Μακεδονία (Βόρεια Ελλάδα) όταν έγινε τμήμα του Ελληνικού κράτους.
Το 1923, σύμφωνα με τους όρους της συνθήκης της Λοζάννης, περίπου 1.600.000 ορθόδοξοι χριστιανοί πρόσφυγες (ελληνόφωνοι και τουρκόφωνοι) μετακινήθηκαν από την Μικρά Ασία, Ανατολία και Ανατολική Θράκη στην Ελλάδα. Οι μισοί, περίπου, από τους πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στην Ελληνική Μακεδονία μεταβάλλοντας σημαντικά την εθνική και γλωσσική σύνθεσή της. Χάριν του κειμένου και χωρίς καμιά πρόθεση να θιγεί η ταυτότητα των προαναφερθέντων ομάδων, θα χρησιμοποιηθεί, περιληπτικά ο όρος «έποικοι» για την περιγραφή της προαναφερόμενης κατηγορίας ανθρώπων που ζουν σήμερα στην Ελληνική Μακεδονία (Βόρεια Ελλάδα).
Σήμερα αυτές οι δύο κατηγορίες, «αυτόχθονες» και «έποικοι», αποτελούν τον πληθυσμό της βόρειας Ελλάδας. Σύμφωνα με την Ελληνική κυβέρνηση είναι όλοι τους Έλληνες Μακεδόνες. Όμως, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, μεταξύ του «αυτόχθονου» πληθυσμού, μια ομάδα αυτοπροσδιορίζεται ως εθνικά Μακεδόνες δηλ. μια ξεχωριστή εθνική, πολιτιστική και γλωσσική ομάδα, πολύ πριν την ενσωμάτωση του 51% της Μακεδονίας στην ελληνική επικράτεια. Είναι η γνωστή, σε όλο τον κόσμο και στον ΟΗΕ, Μακεδονική μειονότητα στην Ελλάδα.
Η Ελληνική κυβέρνηση, ακόμη και σήμερα, αρνείται στους εθνικά Μακεδόνες το δικαίωμα να ονομάζουν του εαυτούς τους Μακεδόνες, την ίδια στιγμή που, αναγνωρίζει το δικαίωμα αυτό στους «έποικους» από τη Μικρά Ασία. Σύμφωνα την Ελληνική κυβέρνηση, οι εθνικά Μακεδόνες, που ζούσαν στην Ελληνική Μακεδονία πριν την ενσωμάτωσή της στην Ελλάδα, δεν μπορούν να είναι Μακεδόνες και υφαρπάζοντας αυτό το όνομα το παραχωρεί στους «έποικους» που κατάγονται από τη Μικρά Ασία και όχι από τη Μακεδονία! Επιπλέον, η Ελληνική κυβέρνηση για να ονομάσει τους εθνικά Μακεδόνες χρησιμοποιεί καταχρηστικούς όρους όπως «Σλαβόφωνοι», «Δίγλωσσοι» και «Ντόπιοι» γενικώς και αορίστως.
Θα ήταν πιο ορθό και λογικό, αντί της χρήσης καταχρηστικών όρων για τους εθνικά Μακεδόνες, να χρησιμοποιούνται προθέματα που περιγράφουν με ρεαλισμό τους σημερινούς Έλληνες-Μακεδόνες που ήταν ελληνόφωνοι και τουρκόφωνοι Χριστιανοί Ορθόδοξοι και ζούσαν στη Μικρά Ασία. Με δεδομένο το γεγονός ότι εγκαταστάθηκαν στην Ελληνική Μακεδονία πρόσφατα, το 1923, μερικοί ακριβείς προσδιορισμοί για τους «εποίκους» θα μπορούσε να είναι: «Νέοι Μακεδόνες», «ΜικραΑσιατο-Μακεδόνες», «Τουρκόφωνοι» ή «Πρόσφυγες» γενικώς και αορίστως.
Προφανώς οι ονομασίες «Νέοι Μακεδόνες», «ΜικραΑσιατο-Μακεδόνες» κλπ μπορεί να μην είναι αποδεκτοί από τους «έποικους» και σωστά και με το δίκιο τους. Άλλωστε, αυτοπροσδιορίζονται σήμερα ως Έλληνες-Μακεδόνες. Το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού είναι ύψιστο. Και πρέπει να είναι σεβαστό και από τις δύο πλευρές. Στην πράξη, ο σεβασμός του αυτοπροσδιορισμού, σημαίνει σεβασμό και αναγνώριση της εθνικά Μακεδονικής ταυτότητας και της Μακεδονικής γλώσσας από την Ελλάδα και σεβασμό και αναγνώριση των Ελλήνων-Μακεδόνων από τη Δημοκρατία της Μακεδονίας (π.χ. εθνικά Έλληνες με Μακεδονική, περιφερειακά, πολιτιστική ταυτότητα)
Η αναγνώριση του δικαιώματος των δύο ταυτοτήτων για να συνυπάρξουν θα πρέπει να συμπεριληφθεί σε μια τελική συμφωνία για το ζήτημα της ονομασίας. Έτσι, δεν θα υπάρχει σύγχυση στη χρήση του όρου «Μακεδόνας» εφόσον αυτός θα οριστεί ξεκάθαρα για τις δύο ομάδες: εθνικά Μακεδόνες και Έλληνες-Μακεδόνες. Επιπλέον οι δυο όροι έχουν το πλεονέκτημα ότι πηγάζουν από τον, θεμελιώδους σημασίας, αυτοπροσδιορισμό των δύο ομάδων. Να αποκλειστούν ανεπιθύμητες και καταχρηστικές ονομασίες (π.χ. Σλαβόφωνοι, Τουρκόφωνοι κλπ) που δεν πηγάζουν από αυτοπροσδιορισμό των δύο ομάδων.