Κυριακή, Φεβρουαρίου 24, 2013

Η οργή του Τράιτσε. Μάρτης 1905

 

  Φωτογραφία από εκκλησία στις παρυφές της Θεσσαλονίκης, χτισμένη το 1853. Η γραφή είναι στη Σλαβονική. Σήμερα, πολλοί Μακεδόνες βλέπουν την επιγραφή στην είσοδο της παλιάς εκκλησίας και αναρωτιούνται...

Βαθιά θρησκευόμενος ο Τράιτσε, ποτέ δεν έχασε τη θεία λειτουργία. Δεκαέξι χρονώ παιδί, μεγάλωσε με τη μάνα του να σταυροκοπιέται μπρος στην Μπογκορόιτσα [μτφρ: Παναγία] και το κακό συναπάντημα των Αγίων.

Τι τα θες - τι τα γυρεύεις, Κυριακή σήμερα και να τον, μες στην εκκλησιά να λάβει την ευλογία και να προσκυνήσει! Και λαχτάραγε και το αντίδωρο! Αχ, αυτό το αντίδωρο! Έπιασε το λοιπόν το αγαπημένο του στασίδι, με σκοπό να λάβει μέρος των ιερών και αχράντων μυστηρίων.  

Εκεί που ήταν έτοιμος να ακούσει το «Οτ π’ρβου μπέσι ρέτζτα, ι ρέτζτα μπέσι σουσ Μπόγκα», άκουσε σε μια ακαταλαβίστικη γλώσσα, τον παπά να λέει: «Εν αρχή ήν ο λόγος και ο λόγος μετά του Θεού» και άλλα τέτοια ακαταλαβίστικα!

Θύμωσε, αγρίεψε, άστραψε και βρόντηξε! Να βράγκοτ [μτφρ: στον διάολο] και το αντίδωρο, ψέλλισε και εξαφανίστηκε. Το ΄βαλε στα πόδια, καρσί [μτφρ: ίσια]  για τη μάνα του!

- Μίλα μάικο, να κόι ιαζίκ πέα πόπουτ, ι νε ράζμπιραμ; [μτφρ: Αγαπημένη μάνα, σε ποιά γλώσσα ψάλει ο παπάς, και δεν καταλαβαίνω;]

- Νε ζναμ, όντι σε να σφάτοτ Ντίνκο, κε τι κάζζα! Ον ραμπότα, βο Βόντιν! [μτφρ: Δεν ξέρω, πήγαινε στον συμπέθερο Ντίνκο, θα σου πει! Αυτός δουλεύει στην Έδεσσα!]

Αλαφιασμένος ο Τράιτσε, τρέχει στην άλλη άκρη του χωριού και βρίσκει το σφάτε Ντίνκο κάτω από μια ξεραμένη σλίβα [μτφρ: κορομπουλιά], να απολαμβάνει τον καφέ του, παρέα με τον τζιφτάνη του χωριού και το μπιστικό του Σελήμ μπέη!

- Σφάτε Ντίνκο, γιατί ο παπάς μιλάει σε μια άλλη γλώσσα, ξένη; Γιατί δε μιλάει στα δικά μας; Ίμα ζαμποραβένο Μακεντόντσκιτε; [μτφρ: έχει ξεχάσει τα Μακεδονικά;] Την προηγούμενη Κυριακή, μας τα είπε όμορφα κι όλοι του φιλήσαμε τη ράκα! [μτφρ:χέρι]

- Α βρε μίλο σιν, μίλο Τράιτσε, τσσούι: [μτφρ: Α βρε αγαπημένε γιέ, αγαπημένε Τράιτσε, άκου:] Μέχρι πριν τρεις μέρες, εμείς ήμασταν με την νάσσια [μτφρ: δική μας] εκκλησία. Μετά όμως ο γκολέμ ποπ οτ Βόντιν, ποπ Στέφανος, [μτφρ: ο μεγάλος παπάς από Έδεσσα, παπά Στέφανος] έκαμε κάτι και τώρα, από Μακεδόνες που ήμασταν, τώρα γίναμε Έλληνι!

- Τι έκανε, σφάτε, ο μεγάλος παπάς Στέφανος και δεν το ξέρουμε;

- Να! διάβασε την προχθεσινή γκαζέτα, “Εκκλησιαστική Αλήθεια’’, δες τι λέει.

Διαβάζει, στεντόρεια τη φωνή, ο σφάτο Ντίνκο:

«Εκθέτω ότι, συνεπεία καταλλήλων ενεργειών μου, εν τω χωρίω Άγιοι Απόστολοι, 30 χριστιανικαί οικογένειαι, δήλωσαν ότι μεταμελούμενοι επανέρχονται εις τα πάτρια. Προς ικανοποίησιν της απαιτήσεως, των εν λόγω οικογενειών, απέστειλα κατάλληλον ιερέα, προς επιτέλεσιν αυτόθι των ιερών καθηκόντων, αντικαταστήσαντα τον τέως βουλγαρόφρονα εγχώριον ιερέα, εμμένοντα εν τω σxήσματι και μη έτι μεταμεληθέντα.»

- Μα σφάτε, δεν έχουμε καινούργιο ιερέα!

- Θα έχουμε, από αύριο…  κατάφερε και εξεστόμισε, βουρκωμένος όντας, ο γηραιός ανήρ, μη μπορώντας να κρύψει τη τσαρνίλα [μτφρ: μαυρίλα] της ψυχής του και ντβε σόλντζι, μου καπναάε! [μτφρ: δύο δάκρυα, του ‘στάξαν!].

- Ντα όντιντε να σα ουντάβιντε! [μτφρ: να πάτε να πνιγείτε!] Ιας οτ σέγκα νε ίμαμ Μπογκ! [μτφρ: Εγώ από τώρα δεν έχω Θεό!] Και γώ και τα παιδιά μου και τα εγγόνια μου! Είπε ο Τράιτσε!

Έκτοτε, το μόνο που γνωρίζω για τον Τράιτσε, είναι πως γέννησε τον πατέρα μου.

Υ.Γ.1:
Λάμπρος Κορομηλάς , 17/01/1905 αρ.εμπισ.πρωτ.35 ΑΥΕ: «…7500 λίρες θα ήταν προτιμότερον να διατίθετο προς αγοράν τσιφλικίου ιδία των Αγίων Αποστόλων, της Αρχαίας Πέλλας της πατρίδος του Αλεξάνδρου, όπου επιβάλλεται ημίν να εκδιώξωμεν τους βουλγαροφώνους χωρικούς ιν’ αντικαταστήσωμεν αυτούς δι’ Ελληνοφώνων Στενημαχιτών ή και Μακεδόνων, αλλ’ επιβάλλεται ημίν να το έχωμεν ως ορμητήριον της εν Καρατζιόβα ενεργείας μας»
Υ.Γ.2: Το χωριό αποτελούνταν από 80 οικογένειες, οι υπόλοιπες γύρισαν στο πατριαρχείο τον Αύγουστο του 1905 και αυτός ήταν ο λόγος που ένα χρόνο αργότερα ο βοεβόδας, Apostol Petkov Terziev, απ’ την οργή του, έκαψε το χωριό!

Картиѕијнџа Тр'н

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου