Γεννήθηκε στο χωριό Ποστολ (σημαίνει Θρόνος) την σημερινή Πέλλα Γιαννιτσών που ταυτίζεται με τη γενέτειρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου Πέλλα, στις 6 Νοεμβρίου 1874 με το παλαιό Ιουλιανό ημερολόγιο ή στις 18 Νοεμβρίου 1874 με το νέο Γρηγοριανό ημερολόγιο[1].
Το 1889, μετά το τέλος των σπουδών του στο ελληνικό σχολείο της γενέτειράς του, πήγε στο Βελιγράδι όπου με υποτροφία σπούδασε στη σχολή του Αγίου Σάββα.[2]
Το 1890 πήγε στη Σόφια για την συνέχιση των σπουδών του, απ’ όπου όμως σύντομα επέστρεψε στο Βελιγράδι.
Το 1893 γράφτηκε στην Παιδαγωγική Ακαδημία του Βελιγραδίου. Την ίδια χρονιά ίδρυσε με συμμαθητές του, στο Βελιγράδι, τη φοιτητική ένωση «Βαρδάρης», η οποία ήταν η πρώτη Μακεδονική εταιρία στη Σερβία. Στις 8 Ιουνίου 1895 αποφοίτησε από την Παιδαγωγική Ακαδημία.
Το Οκτώβριο του 1895 πήγε στη Ρωσία και φοίτησε στη θεολογική σχολή της Πολτάβας, και στις 13 Σεπτεμβρίου 1897 μεταγράφηκε στη σχολή Ιστορίας και Φιλολογίας της Πετρούπολης.
Το ίδιο χρόνο γράφει την πρώτη του μελέτη με τίτλο Η σημασία των μοραβικών και ρεζαβινών διαλέκτων για τη σύγχρονη και ιστορική εθνογραφία της Βαλκανικής Χερσονήσου, η οποία δημοσιεύεται στο περιοδικό της Ρωσικής Γεωγραφικής Εταιρείας.
Στις 12 Νοεμβρίου του 1900 ιδρύει με συμμαθητές του τον μυστικό Μακεδονο-αδριανουπολίτικο Σύνδεσμο της Πετρούπολης.
Το 1901 σπουδάζει στο Πανεπιστήμιο της Οδησσού.
Τον Απρίλιο του 1902 ολοκληρώνει τη μελέτη που άρχισε στην Πετρούπολη με τίτλο Το ζήτημα της εθνικότητας και οι λόγοι της δημοτικότητας του Μακεδόνα βασιλιά Μάρκο.
Στις 31 Μαΐου 1902 ολοκληρώνει τις σπουδές του αλλά παραμένει στο πανεπιστήμιο όπου συνεχίζει την έρευνα ως μεταπτυχιακός φοιτητής με την καθοδήγηση του διάσημου καθηγητή Σλαβολογίας Λάβρωφ. Στις 18 Σεπτεμβρίου εκλέγεται πρόεδρος του Μυστικού Μάκεδονο - αδριανουπολιτικού Συνδέσμου στην Πετρούπολη.
Το Νοέμβριο του 1902 εγκαταλείπει τη Ρωσία και κατευθύνεται στα Βιτώλια (Μοναστήρι) για να συμβάλει στην προετοιμασία της Εξέγερσης. Από το Δεκέμβριο δε του 1902 διδάσκει στο πρώτο Γυμνάσιο Αρρένων του Μοναστηρίου.
Στα τέλη του Ιουλίου του 1903, λίγες μέρες μετά έκρηξη της Εξέγερσης του Ίλιντεν και μετά από παραμονή οκτώ μηνών στο Μοναστήρι, αναχωρεί συνοδεύοντας το φέρετρο του δολοφονημένου Ρώσου Προξένου Ροστόφσκυ στη Ρωσία. Φτάνοντας δημοσιεύει άρθρα σε ρωσικές εφημερίδες, πληροφορώντας το κοινό για την Εξέγερση του Ίλιντεν. Με τις διαλέξεις του προκαλεί το ενδιαφέρον στα μέλη της Λογοτεχνικής Ένωσης του Αγίου Κλήμεντος στην Πετρούπολη.
Τον Νοέμβριο του 1903 φτάνει στη Σόφια με σκοπό να τυπώσει το βιβλίο που προετοίμασε στη Ρωσία με τίτλο Μακεδονικές υποθέσεις. Η γλώσσα που χρησιμοποίησε ήταν η μακεδονική, συνέχεια των μακεδονικών διαλέκτων του Πρίλεπ και των Βιτολίων. Ο Μισίρκωφ με το βιβλίο του έβαλε τις βάσεις για τη σύγχρονη Μακεδονική λογοτεχνική γλώσσα.[3]
Στις 5 Δεκεμβρίου 1903 και ενώ το βιβλίο βρίσκεται στο τυπογραφείο, πηγαίνει στο Βελιγράδι, όπου κάνει διαλέξεις στους φοιτητές της Μεγάλης Σχολής για το Μακεδονικό ζήτημα. Με την επιστροφή του διανέμει το βιβλίο του στα βιβλιοπωλεία της Σόφιας. Η αντίδραση εκ μέρους της βουλγαρικής κυβέρνησης δεν αργεί να έρθει. Το βιβλίο κατάσχεται και καταστρέφεται ενώ ο ίδιος διώκεται και επιστρέφει στη Ρωσία. Εκεί, στις 7 Ιανουαρίου 1904, διορίζεται καθηγητής στο Γυμνάσιο Θηλέων του Βερντιάσκ της Ουκρανίας, στην Αζοφική θάλασσα.
Την 1η Σεπτεμβρίου 1905 εκδίδει στην Οδησσό την πρώτη μακεδονική εφημερίδα Βαρντάρ, και στις 4 Σεπτεμβρίου παντρεύεται την Αικατερίνη Μιχαήλοβα. Ένα χρόνο αργότερα γεννιέται ο μοναχογιός του Σέργιος.
Στις 18 Απριλίου 1907 η Μακεδονο-αδριανοπολιτική Επιθεώρηση, που εκδίδεται στη Σόφια δημοσιεύει ένα άρθρο του με τίτλο Σημειώσεις για την νοτιοσλαβική φιλολογία και ιστορία (σχετικά με το ζήτημα της διαχωριστικής γραμμής μεταξύ Βουλγάρων και Σερβοκροατών και τις γλώσσες που μιλούν οι λαοί αυτοί).
Το Οκτώβριο του 1912 ο Μισίρκωφ, ως πολεμικός ανταποκριτής ρωσικών εφημερίδων, παίρνει μέρος στον Α’ Βαλκανικό πόλεμο.
Την 1η Απριλίου 1913 μετατίθεται από το Γυμνάσιο της Οδησσού στο αντίστοιχο της Κισινιέφ, σημερινής πρωτεύουσας της Μολδαβίας.
Στις 21 Νοεμβρίου 1917 εκλέγεται βουλευτής Βεσαραβίας στο Κισινίεφ.
Ένα χρόνο αργότερα, στις 29 Οκτωβρίου 1918, συλλαμβάνεται από τις ρουμανικές αρχές του Κισινιέφ για αντιρουμανικές ενέργειες και εκτοπίζεται στο Μπεντίρι, από εκεί δε καταφεύγει στην Οδησσό η οποία βρισκόταν υπό Αυστρογερμανική κατοχή.
Στις 2 Δεκεμβρίου 1918 εγκαταλείπει την Οδησσό με προορισμό τη Σόφια, όπου μόλις φτάνει προσλαμβάνεται από το Εθνογραφικό Μουσείο ως διευθυντής του Τμήματος Ιστορίας.
Τον Σεπτέμβριο του 1919 προσλαμβάνεται από το Γυμνάσιο του Καρλόβου και αναλαμβάνει τη διεύθυνση.
Στις 10 Αυγούστου 1923 αρχίζει να γράφει τα απομνημονεύματά του, αλλά σταματά μετά μια εβδομάδα. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ντοκουμέντα για τη ζωή και το έργο του δεν ολοκληρώνεται ποτέ.
Στις 4 Σεπτεμβρίου 1925 μετατίθεται στην Κοπρόβστιτσα ως διευθυντής του Γυμνασίου.
Τέλος, στις 26 Ιουλίου 1926 πεθαίνει στη Σόφια σε ηλικία 52 ετών.[4]
-------------------------------------------
[1] Για να βρείτε από το παλαιό Ιουλιανό ημερολόγιο την αντίστοιχη ημερομηνία του νέου Γρηγοριανού ημερολογίου δεν έχετε παρά να προσθέσετε 12 ημέρες, εάν πρόκειται για ημερομηνία του 19ου αιώνα, ή 13 ημέρες εάν πρόκειται για ημερομηνία του εικοστού αιώνα.
[2] Ο Κρίστε Μισίρκωφ εκτός απο τα μακεδονικά γνώριζε πολλές γλώσσες μεταξύ αυτών και ελληνικά.
[3] Σήμερα η Μακεδονική γλώσσα είναι διεθνώς αναγνωρισμένη. Τα κορυφαία διεθνή μέσα μαζικής ενημέρωσης μεταδίδουν ειδήσεις και στη μακεδονική γλώσσα όπως το Βρεττανικό BBC http://www.bbc.co.uk/macedonian, η Γερμανική Dеutshe Welle, http://www.dw-world.de/dw/0,,637,00.html και η Φωνή της Αμερικής http://www.voanews.com/macedonian
[4] Το κείμενο είναι του Γιώργου Πετσίβα από την εισαγωγή της επανέκδοσης του βιβλίου του Κρίστε Μισίρκωφ στα ελληνικά: Γιώργου Πετσίβα, ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ, Εκδόσεις Πετσίβα, Αθήνα 2003, μετάφραση Δημήτρης Καραγιάννης.
-------------------------------------------
Ακολουθεί ένα τμήμα κειμένου απο το διάσημο βιβλίο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ του Κρίστε Μισίρκωφ. Διαβάζοντάς το, λάβετε υπόψη σας ότι γράφτηκε το 1903 δηλαδή την εποχή που το σύνολο της γεωγραφικής περιοχής της Μακεδονίας δεν ήταν μοιρασμένο μεταξύ Ελλάδας, Σερβίας και Βουλγαρίας αλλά τμήμα της τότε Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
“Πάνω απ’ όλα, ο καθένας γνωρίζει ότι λατρεύουμε τη χώρα μας, τη Μακεδονία και νιώθουμε ότι αυτή είναι η χώρα στην οποία ανήκουμε.
Από παιδιά ακόμα νιώσαμε ότι κάθε τι που είναι αγαπητό σε άλλους είναι και σε εμάς επίσης. Κλαίνε οι άλλοι, κλαίμε κι εμείς, γελούν, γελάμε κι εμείς. Αυτή είναι η παγκόσμια ευτυχία και δυστυχία, μαζί με τα ήθη και έθιμα που μοιραζόμαστε, που μας κάνει ένα έθνος, ένα σύνολο.
Αλλά αν περάσουμε τα σύνορα της Μακεδονίας προς τα βορειοανατολικά, το νότο ή το βορρά, δηλαδή προς τη Βουλγαρία, την Ελλάδα ή τη Σερβία, θα νιώσουμε αμέσως ότι ένας διαφορετικός άνεμος φυσάει· θα νιώσουμε απρόσκλητοι επισκέπτες, και αν θελήσουν να μας συμπεριφερθούν σαν αδέρφια θα είναι για να μας παραπλανήσουν και να μας θέσουν υπό την εκμετάλλευσή τους.
Όλοι οι γείτονές μας συνεχώς μας διαβεβαιώνουν ότι ανήκουμε στην εθνικότητά τους και ότι η μόνη ελπίδα σωτηρίας βρίσκεται στην ένωση συνολικά της Μακεδονίας, ή τουλάχιστον του μεγαλύτερου μέρους της, με τις χώρες τους.
Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι, για τους οποίους έχουμε μάθει μόνο από τα βιβλία, και τους οποίους έχουμε φτάσει να θεωρούμε ότι θέλουν να μας βοηθήσουν να κερδίσουμε την ελευθερία μας, θα μας πλησιάσουν σαν φίλοι και συμπατριώτες και θα γίνουν δήθεν προστάτες μας, όχι επειδή είμαστε Έλληνες ή Βούλγαροι ή Σέρβοι, κι όχι επειδή ανησυχούν για τα παγκόσμια ανθρώπινα δικαιώματα συμπεριλαμβανομένων και των δικών μας, ή επειδή επιθυμούν να μας βοηθήσουν και να μας σώσουν από κάποιο κίνδυνο, αλλά καθαρά από εγωιστικούς λόγους, οι οποίοι τους οδηγούν να εκμεταλλευτούν το γεγονός ότι χρησιμοποιούμε τα ονόματά τους για να ορίσουμε τους εαυτούς μας.
Εκμεταλλεύονται αυτό το γεγονός –το ότι ο λαός της Μακεδονίας ορίζεται σαν σερβικός, ελληνικός ή βουλγάρικος- για να επεκτείνουν τα κράτη τους και να εξασφαλίσουν τα συμφέροντά τους προσαρτώντας, αν όχι όλη, τουλάχιστον το μεγαλύτερο μέρος της Μακεδονίας. […]
Αυτό σημαίνει ότι τα τοπικά συμφέροντα προηγούνται και τα οικουμενικά έπονται· τα πρώτα είναι ο σκοπός τα δεύτερα το μέσο. Τα συγκεκριμένα ονόματα –Σέρβος, Έλληνας ή Βούλγαρος- δείχνουν για τη Μακεδονία τα μέσα με τα οποία αυτά τα κράτη θα ήθελαν να μας υποτάξουν.
Αν εμείς από τη μεριά μας αγαπάμε τη χώρα μας και τους εαυτούς μας, θα πρέπει να σεβαστούμε τα μακεδονικά συμφέροντα και να τα κρατήσουμε πιο ψηλά από τη Βουλγαρία, τη Σερβία και την Ελλάδα.”
Κρίστε Μισίρκωφ, 1903.
-------------------------------------------
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου